Λεξικό της περιοχής της Κάρλας
Αγκαλιά νομέας του καραβιού από αγριόξυλο
αγκούλα ξύλινος γάτζος, κρεμαστάρι
ακουαρέλα υδατογραφία
άλικος ο κόκκινος, φλογάτος
άλτος το ύψος
αμπάσικο το καράβι με χαμηλό κεφαλάρι
απλάδι το δίχτυ χωρίς μανό
απλωταριά η, μέρος για άπλωμα των διχτυών
αρμάτωμα το, τοποθέτηση μανού στα δίχτυα, δέσιμο
αρτιμάς ο, πλημμύρα που κατεβάζει τη στάθμη της λίμνης
αυλή η, κατίκι με 18 καλάμια για να οδηγεί τα ψάρια στην παγίδα
Βαλάντιο το, πορτοφόλι
βαλτοσίδερο το, εργαλείο για το κόψιμο των καλαμιών του βάλτου
βάλτος ο, έλος, τέλμα
βαριά η, ξύλινο ή μεταλλικό μεγάλο σφυρί
βιργιά τα, υδροχαρή φυτά
βλάρι (αυγάρι) το, μανωμένο δίχτυ
βοϊβόδας ο, στρατηγός
βουκέντρα η, ραβδί για κέντρισμα των βοδιών
βου (ο) λή η, τόπος ψαρέματος
βρακιά τα, ανοίγματα του διχτυού του σάκου στο γρίπο
Γαλίκι το, μεγάλο κοφίνι που φορτώνεται στα ζώα
γαβάθα η, βαθύ πήλινο ή ξύλινο πιάτο
γιουρντάω, ορμάω
γκαρίζω, φωνάζω δυνατά όπως ο γάϊδαρος
γούρνα η, κοίλωμα, λακούβα
γριπιτζίδικο το, καράβι που μεταφέρει το γρίπο
γρίπος ο, εργαλείο ομαδικού τρόπου ψαρέματος με ειδικά δίχτυα
Δέσιμο το, αρμάτωμα (βλ. λέξη)
Εκτάριο το, μονάδα μέτρησης επιφάνειας ίση με 10 στρέμματα
Ζαμπίτ ο, αστυνόμος
ζωνάρι το, τμήμα του κατικιού (βλ. λέξη)
ζώσματα τα, οριζόντια ξύλα του σκελετού της καλύβας των ψαράδων
Κάδος ο, ξύλινο κοίλο φτιαράκι για άδεισμα των νερών από το καράβι
καζίκια τα, ξύλινοι πάσσαλοι για στερέωμα των καραβιών στο ψάρεμα με μακαρά
καζίλι το, σχοινί στερέωσης διχτυού και φελλών στο επάνω μέρος
καθίστρα η, εγκάρσια σανίδα για να κάθετε ο ψαράς στο καράβι
κακκαβούλα η, μπακιρένια (βλ λέξη) χύτρα για μαγείρεμα στην καλύβα
καλάμι το, το φυτό Arundo donax ή Cyperus longus
κανόνι το, επίπεδο ξύλο που ρυθμίζει ανοίγματα στο πλέξιμο των διχτυών
καντάρι το, (τούρκικο) μονάδα βάρους ίση με 44 οκάδες
καπετάνιος, ο αρχηγός ντουκανιού (βλ. λέξη)
κατίκια τα, ψαροπαγίδες με καλάμια (καλαμωτές) λέγεται και κατίπια
κατινάρικο το, καράβι για μεταφορά των σκευών και των ρούχων των ψαράδων
κεφάλι το, κατίκι μήκους 4 μέτρων
κεφαλάρι το, πλώρη του καραβιού
κερατζής ο, (τούρκικη) ο μεταφορέας
κλάπανος ο, εγκάρσια σανίδα του καραβιού που τη χτυπάνε με τα ντουμπουρντέλια για να οδηγούνται τα ψάρια με το θόρυβο στα δίχτυα ή στις παγίδες.
κόδρα η, τόπος της λίμνης για τοποθέτηση κατικιών
κολατσιό το, πρόχειρο γεύμα
κοπάνα η, σκάφη από κομμένο κορμό δέντρου
κόπανος ο, ξύλινη βαριά, σφυρί
κορίτα η, πλωτό μέσο από σκαμμένο κορμό δέντρου
κουμούλα η, σωρός, λοφίσκος
κούντα η, ξύλινο κοντάρι για την κίνηση του καραβιού στα ρηχά νερά της λίμνης
κουρνιάζω, μαζεύομαι για ύπνο
κρώξιμο το, κράξιμο του κόρακα και άλλων πουλιών
κυνήγι το, μεταφορά ψαριών από τις παγίδες
κωλάτσα η, πρύμνη του καραβιού
κωλοβρέχτης ο, γρίπος (βλ. λέξη)
Λεύγα η, μονάδα μήκους ίση με 4.453 μέτρα
λιβάρι το, σάκος από δίχτυ για αποθήκευση ψαριών
λούρα τα, μακριά όρθια ξύλα του σκελετού της καλύβας των ψαράδων
λυσιά η, κατίκι με 2 κεφάλια
Μανδράκια τα, κατίκια
μανός ο, πρόσθετο δίχτυ με μεγαλύτερα μάτια
μανώνω, τοποθετώ το μανώ
μάτι το, άνοιγμα των διχτυών
μέλεγος ο, το φυτό fraxinus ornus
μουκατάς ο, σύστημα ενοικίασης φόρων κατά την τουρκοκρατία
μουριά η, το φυτό morus alba (άσπρη) και nigra (μαύρη)
μούσγες οι, οι λακούβες του βάλτου
μπάϊνα η, σημαδούρα στα δίχτυα του γρίπου
μπακίρι το, χαλκός
μπάσιμο το, μάζεμα διχτυών
μπουγάς ο, ταύρος
Ντορής ο, κόκκινο άλογο
ντουκιάνι το, ομάδα ψαράδων σε καλύβα της λίμνης
ντουμπουρντέλια τα, μικρά κυλινδρικά ξύλα με τα οποία οι ψαράδες χτυπούσαν τον κλάπανο
Ξεγυρίζω δίνω σχήμα με το χνάρι
ξεσαμάρωμα το, τοποθέτηση των κουπιών κατά το διάμηκες του καραβιού όταν αυτό δεν κινείται
ξυδαύλι το, ξύλο με γωνιά στην άκρη για το ανακάτωμα της φωτιάς
Ουσούρι το, δεκάτη, φόρος της συγκομηδής
Παγάδα η, άπνοια
πανί το, δίχτυ χωρίς μανό
παράς ο, το 1/40 του τουρκικού γροσιού
πασαρίνες/παραπάτες οι, ξύλα για να πατούν τα στρωσίδια των διχτυών στο ψάρεμα με μακαρά
πατερίτσα η, κατίκι με τέσσερα κεφάλια
πετρόβουλο το, άγκυρα από πέτρα
πέτσωμα το, τα σανίδια των πλευρών του καραβιού, τα φτερά
πλάταγος ο, κρότος από το χτύπημα των κουπιών στο νερό ή την κίνηση των πουλιών στην επιφάνεια του νερού
πλατσίδα η, καράβι της Κάρλας περιπαιχτικά
ποδαρούλι το, νομέας του καραβιού μαζί με την στρώση
ποδεσιά η, υπόδηση
πόντος ο, σανίδα χοντρή για συνένωση των καραβιών στο ψάρεμα με μακαρά
πουτούρια τα, φόρμες από δέρμα κατσίκας με ενσωματωμένες μπότες που τις
φορούσαν οι ψαράδες για να ψαρεύουν στην λίμνη. Έφταναν μέχρι τις μασχάλες.
πόχα η, απόχη
Ρεκάζω σκούζω, φωνάζω δυνατά
ρόκα η, δίχτυ χωρίς μανό
ρόκες οι, ξύλα για στερέωση των διχτυών στο γρίπο
Σαΐτα η, εργαλείο για το πλέξιμο των διχτυών
σαμάρωμα το, τοποθέτηση των κουπιών στη θέση τους για να κινηθεί το καράβι
σκαλιάρης ο, σκαλιάρικο το, καράβι για την μεταφορά των ψαριών από το γυροβόλι στη σκάλα
σκαρματήρα η, σκαρμός
σκασματιά η, ρήγμα, σκάσιμο στο χώμα
στρώση η, νομέας του καραβιού μαζί με το ποδαρούλι
στρωσίδι το, σχοινί στερέωσης του διχτυού και των μολυβιών του στο κάτω μέρος
σφεντάμι το, το φυτό acer
σφεντόνες οι, σημαδούρες στα δίχτυα του γρίπου.
Τάβλα η, χοντρή σανίδα
ταμάχι το, πλεονεξία
τάπα η, σημαδούρα από κολοκύθα ή φελλό
τενιάζω εξαντλούμαι.
τόπος ο, χώρος τοποθέτησης κάθε κεφαλιού από τα κατίκια.
τράντα η, δίχτυ χωρίς μανό.
τσαμαδούρα η, σημαδούρα.
τσιτωμένος ο, τεντωμένος.
τσίφτι το, δίχτυ χωρίς μανό για μεγάλα ψάρια.
Φιρμάνι το, σουλτανική διαταγή.
φισέκι το, φυσίγι. Μεταφορικά κίνηση κατευθείαν.
φουντάνι το, τόπος της λίμνης για την κατασκευή της καλύβας των ψαράδων.
φτερά τα, σανίδες των πλευρών του καραβιού.
Χαζ(ι)νές ο, αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο.
χαρέμι το, μωαμεθανικός γυναικωνίτης.
χυμάω ορμάω, ρίχνομαι.
χνάρι το, υπόδειγμα για αποτύπωση σχεδίου.