Το Κιρκινέζι είναι είδος γνήσιου γερακιού (γένος Falco), που απαντάται στον Ελλαδικό χώρο. Η επιστημονική του ονομασία είναι Falco naumanni και δεν περιλαμβάνει υποείδη.
Ονοματολογία
Το είδος είναι αφιερωμένο στον Γερμανό φυσιοδίφη Γιόχαν Αντρέας Νάουμαν (Johann Andreas Naumann, 1744–1826), ο οποίος έγραψε ένα βιβλίο ορόσημο για τα πτηνά της Γερμανίας.
Γεωγραφική κατανομή
Το Κιρκινέζι είναι ένα αποκλειστικά μεταναστευτικό είδος. Είναι χαρακτηριστικό ότι, με εξαίρεση κάποιες περιοχές στην Αφρική (Τυνησία, Αίγυπτο, Μαρόκο), και κάποιους θύλακες στην Ισπανία, όπου απαντάται καθ' όλη τη διάρκεια του έτους, σε όλες τις υπόλοιπες περιοχές, είναι είτε καλοκαιρινός, είτε χειμερινός επισκέπτης.
Στην Ελλάδα έρχεται το καλοκαίρι για αναπαραγωγή και, το ίδιο ισχύει για μία μεγάλη ζώνη που περιλαμβάνει τη Μεσόγειο, μέρος των Βαλκανίων και φτάνει μέχρι την Κίνα. Αντίθετα, διαχειμάζει σε εκτεταμένες περιοχές της κεντρικής και νότιας Αφρικής.
Οι αναπαραγόμενοι ευρωπαϊκοί του πληθυσμοί βαίνουν μειούμενοι.
Βιότοπος
Το Κιρκινέζι προτιμάει τα ανοιχτά οικοσυστήματα όπως, λιβάδια, καλλιεργημένους αγρούς, ξερές τοποθεσίες τύπου στέπας και χαμηλούς λόφους με λίγη βλάστηση.
Πολύ συχνά, ιδιαίτερα τους πρώτους μήνες της άνοιξης, αρέσκεται να κάθεται κατά ομάδες στους στύλους μεταφοράς ρεύματος, που περνάνε μέσα από αγρούς ή επαρχιακούς δρόμους.
Μορφολογία
Το Κιρκινέζι είναι είδος διμορφικό, όπως και τα περισσότερα γεράκια.
Οι διαστάσεις του κυμαίνονται:
Μήκος σώματος: 26 έως 33 εκατοστά.
Άνοιγμα πτερύγων: 61 έως 72 εκατοστά
Βάρος (αρσενικό): 120-145 γραμμάρια.
Ενήλικο θηλυκό Κιρκινέζι σε πτήση (διακρίνονται τα ανοιχτόχρωμα νύχια)
Αρσενικό: Κεφάλι, τράχηλος και ουρά γκρίζα (η ουρά είναι γωνιώδης/οξύληκτη -ενώ σχετικά ευθεία στο Βραχοκιρκίνεζο- με πλατιά μαύρη οριζόντια λωρίδα στην κάτω επιφάνεια). Ράχη καστανοκόκκινη, χωρίς κηλίδες (διαφορά από το Βραχοκιρκίνεζο) και με μαυριδερά πρωτεύοντα ερετικά φτερά. Κάτω μέρος ωχρόξανθο με σκούρες καφέ κηλίδες[8].
Θηλυκό: Κεφάλι, ράχη, τράχηλος και ουρά καστανοκόκκινα με χαρακτηριστικές μαυροκαφέ ραβδώσεις (η οξύληκτη ουρά με αχνή σκουρόχρωμη οριζόντια λωρίδα στην κάτω επιφάνεια). Κάτω μέρος σαν του αρσενικού.
Το κήρωμα είναι κίτρινο και τα νύχια ανοιχτόχρωμα (σκούρα στο Βραχοκιρκίνεζο).
Γενικά, μοιάζει πολύ με το ελαφρά μεγαλύτερο Βραχοκιρκίνεζο και, είναι δύσκολο για κάποιον αρχάριο να τα ξεχωρίσει αφού είναι σπανιότερο από το Βραχοκιρκίνεζο.
Τροφή
Γρύλος (Gryllus campestris), ένα από τα αγαπημένα εδέσματα του Κιρκινεζιού
Η βασική του προτίμηση είναι τα έντομα, που αποτελούν έως και το 80% της διατροφής του[4]. Κυνηγάει κυρίως ακρίδες και γρύλους και, όταν οι αγρότες καίνε τα σπαρτά, πολύ συχνά παρατηρείται να κυνηγάει τα έντομα, τα ποντίκια και τις σαύρες που προσπαθούν να διαφύγουν.[9]
Το Κιρκινέζι δεν συνηθίζει να αιωρείται (hovering) όσο το Βραχοκιρκίνεζο και, όταν το κάνει, αυτό διαρκεί λίγα μόνο δευτερόλεπτα.
Αναπαραγωγή
Έρχεται κατά σμήνη, νωρίς την άνοιξη, για να φωλιάσει στα χωριά και τις επαρχιακές πόλεις. Προτιμάει τις μικρές τρύπες στις στέγες και τα κεραμίδια παλαιών κτηρίων, καμπαναριών, κάστρων κ.ά.,[4] ή σε αποθήκες, ενώ λιγοστά φωλιάζουν σε δέντρα, βράχους και ορθοπλαγιές. Έχει εντοπιστεί να φωλιάζει στη Θεσσαλία ακόμη και σε περιστερώνες.
Αυγά του Falco naumanni
Δεν χρησιμοποιείται κάποιο υλικό επίστρωσης για τη φωλιά του.
Την εποχή της αναπαραγωγής γέννα 3 έως 6 αυγά που τα επωάζει κυρίως το θηλυκό για 28 ημέρες.
Άλλες ονομασίες
Το Κιρκινέζι απαντάται στην Ελλάδα και με άλλες ονομασίες, όπως, Ανεμόγαμος (Ταΰγετος), Ανεμογάμης (Πελοπόννησος), Γκιργκινέγκα (Θεσσαλία), Γκαργκανέτζα (Φάρσαλα), Καντινέλι (Νάξος), Κιρκινέζος, Ανεμογιάννης, Ανεμογάμης, Ανεμογαμάκι, Γρυλλοφάγος, Κιρκινέκι, Σιαχίνι (Κύπρος)
Φύση και πολιτισμός
Η περιοχή της Κάρλας αποτελεί μια περιοχή με μοναδικό φυσικό και πολιτιστικό πλούτο. Σημείο αναφοράς της περιοχής είναι ο υγρότοπος της Κάρλας με σημαντική οικολογική, οικονομική και κοινωνικο-πολιτιστική αξία. Ο ταμιευτήρας της Κάρλας έχει αναδειχθεί ως τόπος εξέχουσας σημασίας για την ορνιθοπανίδα σε όλη την περιοχή της Θεσσαλίας και προσελκύει ολοένα και περισσότερους αριθμούς σπάνιων και προστατευόμενων ειδών πουλιών, καταδεικνύοντας την τεράστια οικολογική σημασία των έργων αποκατάστασης που πραγματοποιούνται τα τελευταία δέκα χρόνια.
Η Κάρλα αποτελεί τον 4ο κατά σειρά υγρότοπο σε συνολικό αριθμό υδροβίων πουλιών στην Ελλάδα με παρουσία πτηνών καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Σύμφωνα με την πανελλαδική απογραφή πελεκάνων που διεξάχθηκε το 2015 από την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρία, καταγράφτηκε ότι ο υγρότοπος φιλοξενεί 125 άτομα Ροδοπελακάνους (Pelecanus onocrotalus) και την πιο πρόσφατη εγκαθιδρυμένη αποικία του Αργυροπελεκάνου (Pelecanus crispus) απαριθμώντας περίπου 660 άτομα.
Στα ανατολικά της Κάρλας, προβάλλει ο ορεινός όγκος του Μαυροβουνίου, μια περιοχή ιδιαίτερης σημασίας για τα πουλιά, κυρίως για τα επιδημητικά αρπακτικά και δασικά είδη.
Το πρόγραμμα LIFE για το Κιρκινέζι
Το πρόγραμμα LIFE+ Φύση: «Διατήρηση και διαχείριση του Κιρκινεζιού (Falco naumanni) σε τρεις Ζώνες Ειδικής Προστασίας (ΖΕΠ) της Ελλάδας» (LIFE11NAT/GR/001011) υλοποιείται από το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας για την περίοδο 2012-2016, σε συνεργασία με τον Δήμο Ρήγα Φεραίου, τον Φορέα Διαχείρισης της Περιοχής Οικοανάπτυξης Κάρλας – Μαυροβουνίου – Κεφαλόβρυσου – Βελεστίνου, την Ελληνική Ορνιθολογική Εταιρεία και την Εταιρεία Περιβαλλοντικής Διαχείρισης NCC ΕΠΕ με τη συνεισφορά του χρηματοδοτικού μέσου LIFE+ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Πράσινου Ταμείου.
Στόχος του προγράμματος είναι να επαναφέρει το μοντέλο επιτυχούς συμβίωσης του Κιρκινεζιού με τον άνθρωπο. Στο πλαίσιο αυτό υλοποιήθηκαν στοχευμένες δράσεις για να βελτιωθούν οι συνθήκες για το Κιρκινέζι στην περιοχή του θεσσαλικού κάμπου, δημιουργώντας, όμως, ταυτόχρονα και ευκαιρίες για την τοπική κοινωνία. Με επίκεντρο την Κάρλα, τις γύρω περιοχές και σε συνδυασμό με την παρουσία του Κιρκινεζιού στα χωριά της περιοχής, το πρόγραμμα υλοποίησε επιπλέον δράσεις για την προβολή της περιοχής και την προώθηση του οικοτουρισμού στον θεσσαλικό κάμπο.
Το Κιρκινέζι είναι ένα μικρόσωμο γεράκι, το οποίο περνάει το διάστημα Οκτωβρίου – Φεβρουαρίου σε χώρες της υποσαχάριας Αφρικής, ενώ καταφθάνει στη χώρα μας νωρίς την άνοιξη για να αναπαραχθεί. Τα χωριά του θεσσαλικού κάμπου φιλοξενούν το μεγαλύτερο ελληνικό πληθυσμό του είδους με περισσότερα από 5.000 ζευγάρια. Τα Κιρκινέζια φωλιάζουν σε κοιλότητες σε στέγες σπιτιών και αποθηκών στα χωριά του θεσσαλικού κάμπου και τρέφονται κυρίως με έντομα στα γειτονικά χωράφια καθώς και γύρω από τη λίμνη Κάρλα.